γαλλογερμανικός

γαλλογερμανικός
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Γάλλους και τους Γερμανούς.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Βερσαλίες — (Versailles). Πόλη (85.726 κάτ. το 1999) της βόρειας Γαλλίας, πρωτεύουσα του νομού Ιβελίν, στο γεωγραφικό διαμέρισμα Ιλ ντε Φρανς, περίπου 11 χλμ. ΝΔ του Παρισιού. Οι Β. αποτελούν ουσιαστικά μεγάλο στρατιωτικό και αστικό κέντρο σε διαρκή ανάπτυξη …   Dictionary of Greek

  • Ρενιό, Αλέξανδρος-Γεώργιος — (Regnault, 1843 – 1871). Γάλλος ζωγράφος. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Πήρε μέρος, πολλές φορές, στον διαγωνισμό για το μεγάλο βραβείο της Ρώμης και, μετά από συνεχείς αποτυχίες, κατόρθωσε τελικά να βραβευτεί με τον πίνακά του Η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”